- παρεκτίθημι
- παρεκτίθημι,A set forth,
τὰ πραχθέντα ὅπως γέγονε Eun.Hist.p.223
D. :—[voice] Med., Cat. Cod.Astr.1.80.II [voice] Med., expose one's child, Sch. E.Andr.69.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
τὰ πραχθέντα ὅπως γέγονε Eun.Hist.p.223
D. :—[voice] Med., Cat. Cod.Astr.1.80.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
παρεκτίθημι — Α [εκτίθημι] 1. εκθέτω, αφηγούμαι κάτι λεπτομερώς («παρεκτίθημι τὰ πραχθέντα ὅπως γέγονε», Ενάπ.) 2. παθ. παρεκτίθεμαι α) εκθέτω κρυφά το παιδί μου β) θέτω κατά μέρος, παρασιωπώ, υποκρύπτω … Dictionary of Greek